Τραγουδάμε για την Ειρήνη: Μια διαφορετική σχολική γιορτή
Τραγουδάμε για την ειρήνη. Γιατί όλα τα παιδιά του κόσμου ονειρεύονται την ειρήνη.
Θα μπορούσαμε να πούμε χίλια δυο λόγια γι΄αυτήν: όπως ότι ειρήνη υπάρχει εκεί που σωπαίνουν οι καμπάνες του πολέμου κι εκεί που τα παιδιά δεν ξαπλώνουν να κοιμηθούν νηστικά και τόσα τόσα άλλα.
Μα θα προτιμήσουμε να αφήσουμε το ποιητή της ειρήνης, τον μεγάλο μας ποιητή Γιάννη Ρίτσο, να μιλήσει γι΄αυτήν:
Τ' όνειρο του παιδιού είναι η ειρήνη.
Τ' όνειρο της μάνας είναι η ειρήνη.
Τα λόγια της αγάπης κάτω απ' τα δέντρα,
είναι η ειρήνη.
Ειρήνη θα έχουμε όταν οι λέξεις «μετανάστης» και «πρόσφυγας» θα σβηστούν από τα λεξικά όλου του κόσμου. Όταν κανένας άνθρωπος δε θα αναγκάζεται να αφήσει την πατρίδα του για να επιβιώσει.
Τις λέξεις αυτές τις ακούμε συχνά τώρα τελευταία. Και ο λαός μας τις γνωρίζει καλά.
Ο πατέρας που γυρνάει τ' απόβραδο μ' ένα φαρδύ χαμόγελο στα μάτια
μ' ένα ζεμπίλι στα χέρια του γεμάτο φρούτα
κ' οι σταγόνες του ιδρώτα στο μέτωπό του
είναι όπως οι σταγόνες του σταμνιού που παγώνει το νερό στο παράθυρο,
είναι η ειρήνη.
Ας κάνουμε όμως μια ιστορική αναδρομή να θυμηθούμε μαζί τα βάσανα που πέρασε ο λαός μας τα τελευταία χρόνια.
1900-1920
25.000 Έλληνες σχεδόν κάθε χρόνο αναγκάζονται να μεταναστεύσουν για την Αμερική, τη Γη της Επαγγελίας, όπως την ονόμαζαν.
Όταν οι Έλληνες έφταναν στην Αμερική, τους κρατούσαν μαζί με όλους τους μετανάστες στο νησί Έλις Αίλαντ. Εκεί τους περνούσαν από εξονυχιστικές ιατρικές εξετάσεις και ανακρίσεις. Όσοι κατάφερναν να περάσουν τις εξετάσεις, έπιαναν δουλειά στα μεταλλεία ή στους σιδηροδρόμους. Έκαναν δύσκολες δουλειές, ανθυγιεινές, που δεν τις έκαναν οι Αμερικάνοι και οι μισθοί τους ήταν πολύ χαμηλοί.
Όταν οι ουλές απ' τις λαβωματιές κλείνουν στο πρόσωπο του κόσμου
και μες στους λάκκους που 'σκαψαν οι οβίδες φυτεύουμε δέντρα
και στις καρδιές που 'καψε η πυρκαϊά δένει τα πρώτα της μπουμπούκια η ελπίδα
κ' οι νεκροί μπορούν να γείρουν στο πλευρό τους και να κοιμηθούν δίχως παράπονο
ξέροντας πως δεν πήγε το αίμα τους του κάκου,
είναι η ειρήνη.
Οι συνθήκες ζωής ήταν άθλιες. Η φυματίωση θέριζε. Το 1921 ψηφίζεται ένας νόμος που επιτρέπει να μπαίνουν στην Αμερική μόνο 100 Έλληνες το χρόνο. Αυτό οδήγησε δεκάδες ανθρώπους να πηδούν στην θάλασσα μερικά χιλιόμετρα προτού τα πλοία φτάσουν στο νησί Έλις για να αποφύγουν τους ελέγχους. Έτσι, κολυμπούσαν μέχρι τη στεριά και ύστερα περιφέρονταν ως..λαθρομετανάστες.
Τραγούδι: Σαν το μετανάστη
Μπορεί η πλειοψηφία των Ελλήνων στην Αμερική να εργάστηκε σκληρά, ωστόσο ανήκαν στις ομάδες που εύκολα τις βάζαν στο στόχαστρο. Έλληνες, Ιταλοί, Ισπανοί κατηγορούνταν συχνά ως κίνδυνος για τη δημόσια υγεία και την εγκληματικότητα. Οι Έλληνες είχαν γίνει μέχρι και στόχος της ρατσιστικής οργάνωσης Κου-Κλουξ-Κλαν. Το υποτιμητικό παρατσούκλι που τους είχαν βγάλει ήταν «Βρωμοέλληνες».
Ειρήνη είναι η μυρωδιά του φαγητού το βράδι,
τότε που το σταμάτημα του αυτοκίνητου στο δρόμο δεν είναι φόβος,
τότε που το χτύπημα στην πόρτα σημαίνει φίλος,
και το άνοιγμα του παράθυρου κάθε ώρα σημαίνει ουρανός
γιορτάζοντας τα μάτια μας με τις μακρινές καμπάνες των χρωμάτων του,
είναι η ειρήνη.
Σε δύσκολες επίσης συνθήκες εργάστηκαν και οι Έλληνες που μετανάστευσαν στη Γερμανία την περίοδο 1960-1975.
Μέσα σε 15 χρόνια αδειάζει η ελληνική ύπαιθρος: 800.000 εργάτες ‘’τεμάχια’’ δεκαοχτώ έως τριάντα πέντε ετών πέρασαν από τα γερμανικά εργοστάσια, ενώ χιλιάδες άλλοι ακολούθησαν παράνομα.
Στα γραφεία Μεταναστεύσης οι ουρές είναι ατελείωτες. Οι υποψήφιοι μετανάστες πουλούν ακόμη και την τελευταία κατσίκα τους για να κατέβουν στις μεγαλουπόλεις και να υπογράψουν ένα συμβόλαιο εργασίας και να φύγουν. Οι Γερμανοί τους περνούν από κόσκινο για να είναι γεροί..
Ειρήνη είναι ένα ποτήρι ζεστό γάλα κ' ένα βιβλίο μπροστά στο παιδί που ξυπνάει.
Τότε που τα στάχυα γέρνουν τόνα στ' άλλο λέγοντας: το φως το φως, το φως,
και ξεχειλάει η στεφάνη του ορίζοντα φως
είναι η ειρήνη.
Το ταξίδι αρχίζει. Ο ΄΄Κολοκοτρώνης΄΄, ένα σαπιοκάραβο που μπάζει νερά ξεκινάει από τον Πειραιά και πιάνει λιμάνι στο Πρίντεζι. Από εκεί οι Έλληνες μετανάστες στοιβάζονται σε τρένα με προορισμό το Μόναχο.
Εκεί αρχίζει η σκληρή πραγματικότητα. Η ζωή στα χάιμ. Δωμάτια ή παράγκες μέσα ή κοντά στα εργοστάσια στα οποία μένουν από 4 έως 8 άτομα. Γίνονται γκάσταρμπάιτερ- φιλοξενούμενοι εργάτες, έτσι τους φωνάζουν υποτιμητικά. Κάνουν τις δουλειές που οι Γερμανοί δεν καταδέχονταν να κάνουν, τις πιο βρώμικες δουλειές. Δούλεψαν σκληρά σε φάμπρικες, σε ανθρακωρυχεία ακόμη και ως καθαριστές. Και όλα αυτά έχοντας στο νου τους τα παιδιά τους που μεγαλώνουν πίσω στην Ελλάδα με τους παππούδες, μακριά από τη ζεστή αγκαλιά της μάνας.
Τραγούδι : Η Φάμπρικα
Τότε που οι φυλακές επισκευάζονται να γίνουν βιβλιοθήκες,
τότε που ένα τραγούδι ανεβαίνει από κατώφλι σε κατώφλι τη νύχτα
τότε που τ' ανοιξιάτικο φεγγάρι βγαίνει απ' το σύγνεφο
όπως βγαίνει απ' το κουρείο της συνοικίας φρεσκοξυρισμένος ο εργάτης το Σαββατόβραδο
είναι η ειρήνη.
Προσφυγιά-λέξη πικρή. Πολλοί από εμάς έχουμε παππούδες πρόσφυγες. Ο τόπος που ζούμε, η Αρτάκη, η Νέα Αρτάκη είναι τόπος προσφύγων, που αναγκάστηκαν να αφήσουν την παλιά τους πατρίδα και ήρθαν εδώ να δημιουργήσουν από την αρχή.
Έχουν περάσει 94 χρόνια από τον Αύγουστο του 1922 και τη Μικρασιατική Καταστροφή, μία από τις πιο τραγικές στιγμές της Ιστορίας της Ελλάδας, τις συνέπειες της οποίας πλήρωσε ο λαός μας.
Ο απολογισμός τραγικός: 50.000 νεκροί, 75.000 τραυματίες. Κοντά στο 1.500.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να έρθουν σαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω τους πάνω από 600.000 νεκρούς.
Τότε που η μέρα που πέρασε
δεν είναι μια μέρα που χάθηκε
μα είναι η ρίζα που ανεβάζει τα φύλλα της χαράς μέσα στο βράδι
κ' είναι μια κερδισμένη μέρα κ' ένας δίκαιος ύπνος
τότε που νιώθεις πάλι ο ήλιος να δένει βιαστικά τα κορδόνια του
να κυνηγήσει τη λύπη απ' τις γωνιές του χρόνου
είναι η ειρήνη.
Στους πρόσφυγες θα παραχωρηθούν τελικά κυρίως άγονες περιοχές , βαλτότοποι όπου δεν μπορούν να καλλιεργήσουν. Πολλοί από αυτούς θα εγκατασταθούν σε παράλιες περιοχές, όπως εδώ στη Νέα Αρτάκη.
Άλλοι πάλι θα προσπαθήσουν να ξαναχτίσουν τη ζωή τους σε προσφυγικούς συνοικισμούς μεγάλων πόλεων. Στην αρχή σε παράγκες, σε παραπήγματα. Σιγά σιγά χτίζουν δωμάτια, ασβεστώνουν τους τοίχους, γεμίζουν λουλούδια τις γειτονιές. Και η ζωή ξαναρχίζει. Και τα βάσανά τους γίνονται τραγούδι.
Ειρήνη είναι οι θημωνιές των αχτίνων στους κάμπους του καλοκαιριού
είναι τ' αλφαβητάρι της καλοσύνης στα γόνατα της αυγής.
Όταν λες: αδελφέ μου — όταν λέμε: αύριο θα χτίσουμε
όταν χτίζουμε και τραγουδάμε
είναι η ειρήνη.
Τραγούδι: Βρέχει στη φτωχογειτονιά
Τότε που ο θάνατος πιάνει λίγο τόπο στην καρδιά
κ' οι καμινάδες δείχνουν με σίγουρα δάχτυλα την ευτυχία,
τότε που το μεγάλο γαρύφαλλο του δειλινού
το ίδιο μπορεί να το μυρίσει ο ποιητής κι ο προλετάριος
είναι η ειρήνη
Τα χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής κάποιοι Έλληνες βρήκαν καταφύγιο και σε άλλες χώρες. Ένα από τα καταφύγια τους υπήρξε και το Χαλέπι της Συρίας. Σήμερα ο λαός της Συρίας δοκιμάζεται από την προσφυγιά. Χιλιάδες Σύριοι πρόσφυγες φεύγουν κυνηγημένοι από τη χώρα τους και καταλήγουν εδώ. Σήμερα στο Αιγαίο πλέουν καράβια- βάρκες για την ακρίβεια- φορτωμένα πρόσφυγες. Μόνο που τώρα δε στοιβάζονται σε αυτά οι παππούδες μας, αλλά Σύριοι. Και οι μνήμες ξυπνάνε.
Τραγούδι: Προσφυγιά
Η ειρήνη είναι τα σφιγμένα χέρια των ανθρώπων
είναι το ζεστό ψωμί στο τραπέζι του κόσμου
είναι το χαμόγελο της μάνας.
Μονάχα αυτό.
Τίποτ' άλλο δεν είναι η ειρήνη.
Τουλάχιστον 220.000 άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες, και παιδιά έχουν χάσει τη ζωή τους από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος στη Συρία, το Μάρτιο του 2011.
Κάθε λεπτό που περνά, τρεις άνθρωποι από τη Συρία εγκαταλείπουν τα σπίτια τους για να σωθούν.
Σήμερα οι Σύριοι πρόσφυγες που ζουν εκτός της χώρας τους είναι 3 εκατομμύρια!
Και τ' αλέτρια που χαράζουν βαθειές αυλακιές σ' όλη τη γης
ένα όνομα μονάχα γράφουν:
Ειρήνη. Τίποτ' άλλο. Ειρήνη.
Καραβάνια ολόκληρα. Μπαίνουν στην Τουρκία και από εκεί ταξιδεύουν με το καράβι για τη Κω και τη Μυτιλήνη. Το ταξίδι από Τουρκία μπορεί να κρατήσει μέρες ανάλογα τη θάλασσα και τα μπλόκα του Λιμενικού.
Φτάνουν Κω ή Μυτιλήνη. Στοιβάζονται ο ένας πάνω στον άλλον, οικογένειες με βρέφη.. Ύστερα το καράβι για Πειραιά και από εκεί το τρένο για Πολύκαστρο.
Πάνω στις ράγες των στίχων μου
το τραίνο που προχωρεί στο μέλλον
φορτωμένο στάρι και τριαντάφυλλα
είναι η ειρήνη.
Οι περισσότεροι από αυτούς θέλουν να φύγουν. Να πάνε στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης, στον Καναδά και αλλού. Να βρουν δουλειά για να ζήσουν. Αυτοί και τα παιδιά τους. Αλλά δεν τους επιτρέπεται. Τα σύνορα είναι κλειστά.
55.000 περίπου άνθρωποι βρίσκονται στοιβαγμένοι και εγκλωβισμένοι στα γνωστά hot spots στη χώρα μας. Και ενώ φωνάζουν να ανοίξουν τα σύνορα, το μέλλον τους είναι αβέβαιο. 800 περίπου ανθρώπινες ψυχές και ανάμεσά τους πολλά παιδιά βρίσκονται πολύ κοντά μας στη Ριτσώνα.
Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους προσφέρουμε κάτι από το υστέρημά μας για να είναι η ζωή τους όσο το δυνατό πιο ανθρώπινη. Γι΄αυτό πήραν και την πρωτοβουλία οι γονείς μας και οι δάσκαλοι μας να μαζέψουμε υλικά που θα τους τα προσφέρουμε με όλη μας την καρδιά. Για να ξέρουν πως μας έχουν δίπλα τους. Για να χαρίσουμε ένα χαμόγελο σε αυτά τα παιδιά που άφησαν πίσω τους τη ζεστασιά του σπιτιού, της πατρίδας τους και αναζητούν νέες πατρίδες.
Μα δεν αρκεί να μείνουμε θεατές. Και ούτε μια στιγμή να πιστέψουμε πως ο πόλεμος, η φτώχεια και η δυστυχία θα υπάρχουν για πάντα σε αυτόν τον κόσμο.
Γιατί
αν υπάρχουν άνθρωποι που δεν παύουν ούτε στιγμή αγωνίζονται για το δίκιο,
αν οι λαοί πιστέψουν στη δύναμη τους και ενωμένοι παλεύουν για μια ανθρώπινη ζωή,
τότε ο κόσμος μας θα αλλάξει και θα γίνει πιο όμορφος.
Κι εμείς τα παιδιά, υπόσχεση σας δίνουμε να τραγουδάμε και να αγωνιζόμαστε για την ειρήνη.
Γιατί ο κόσμος θα «ντυθεί» στα πιο όμορφα χρώματα
αν όλα τα παιδιά της γης πιάσουν γερά τα χέρια…
Αδέρφια μου,
μες στην ειρήνη διάπλατα ανασαίνει
όλος ο κόσμος με όλα τα όνειρά του.
Δόστε τα χέρια, αδέρφια μου,
αυτό 'ναι η ειρήνη.
Τραγούδι: Αν όλα τα παιδιά της γης